Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΑ ΣΥΝΕΔΡΙΑ ΤΩΝ ΠΟΝΤΙΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΤΟΥ 22. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΑ ΣΥΝΕΔΡΙΑ ΤΩΝ ΠΟΝΤΙΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΤΟΥ 22. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΑ ΣΥΝΕΔΡΙΑ ΤΩΝ ΠΟΝΤΙΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΤΟΥ 22

Του Βλάση Αγτζίδη

Το κεφάλαιο αυτό περιέχεται στο Mνήμη, ταυτότητα και ιδεολογία στον ποντιακό ελληνισμό” απ’ το συλλογικό: Γιώργος Κόκκινος – Έλλη Λεμονίδου -Βλάσης Αγτζίδης, Tο τραύμα και οι πολιτικές της Μνήμης. Ενδεικτικές όψεις των συμβολικών πολέμων για την Ιστορία και τη Μνήμη, εκδ. Ταξιδευτής, Αθήνα, 2010. ,http://kars1918.wordpress.com/

Στην Ελλάδα οι όποιες ιδεολογικές, κοινωνικές ή πολιτικές διαφορές μεταξύ των ποντιακών υποομάδων θα παρακαμφθούν, θα αλλάξουν μορφή και θα απορροφηθούν μέσα στα επιτακτικά, καθημερινά προβλήματα που θέτει η προσφυγιά. Σε επίπεδο διανοουμένων του χώρου η συμπεριφορά θα είναι σχετικά παρόμοια και σε μεγάλο βαθμό θα επικεντρώνεται στις προσπάθειες οργάνωσης, διεκδίκησης και διατήρησης του πολιτισμού. Η πλειονότητα των διανοουμένων και των πολιτικών των προσφύγων θα λάβει μέρος στις ελλαδικές πολιτικές διεργασίες. Χαρακτηριστικές τέτοιες περιπτώσεις πολιτικών ανδρών είναι ο Γιάννης Πασαλίδης, ο οποίος εντάσσεται στο Σοσιαλιστικό Κόμμα, ο φιλελεύθερος Λεωνίδα Ιασωνίδης[1] και ο Κώστας Γαβριηλίδης που δημιουργεί το Αγροτικό Κόμμα Ελλάδας. Στους κόλπους του Κόμματος των Φιλελευθέρων θα δημιουργηθεί μια συμπαγής προσφυγική ομάδα, η οποία θα βρεθεί σε μεγάλη σύγκρουση με την αντίπαλή της μακεδονική, που εξέφραζε τους γηγενείς. Η αντίθεση είναι τέτοια, ώστε ο Γιάννης Πασαλίδης, ως βουλευτής του Σοσιαλιστικού Κόμματος, θα προσπαθήσει να εκτονώσει την αντίθεση των δύο κοινοβουλευτικών ομάδων: «Πρόκειται για ταξική διαμάχη μεταξύ λαού και πλουτοκρατίας και όχι διαμάχη ντόπιων και προσφύγων. Άρα, αν εξακολουθήσει αυτή η κατάσταση στη Βουλή, τότε είναι βέβαιο ότι ντόπιοι και πρόσφυγες θα συμμαχήσουν και θα ξεσηκωθούν, για να σαρώσουν όλους εμάς τους εθνοπατέρες.»[2]

Ο Γιάννης Πασαλίδης, ιδρυτής του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδας και πρόεδρος της ΕΔΑ αργότερα. Γεννήθηκε στη Σάντα της Τραπεζούντας του Πόντου και παρότι οι γονείς του ήταν φτωχοί αγρότες κατάφερε και σπούδασε ιατρική στην Οδησσό και την Μόσχα. Εγκαταστάθηκε στο Σοχούμι απ' όπου ανέπτυξε σημαντική δραστηριότητα στο αγώνα της δημιουργίας ανεξάρτητης Ποντιακής Δημοκρατίας. Ηγήθηκε της ομάδας των ποντίων μενσεβίκων και κατέφυγε στηνΕλλάδα μετά την επικράτηση των μπολσεβίκων

Oι πρόσφυγες, και κυρίως αυτοί που προέρχονταν από τον Καύκασο, θα προσπαθήσουν εξ αρχής να οργανώσουν τις δικές τους οικονομικές δομές ώστε να μεγιστοποιήσουν τα οφέλη απ’ την παραγωγή. Έτσι θα δημιουργήσουν αμέσως τους συνεταιρισμούς[3]. Παράλληλα οι Ποντοκαυκάσιοι, όπως αποκαλούνταν, θα προσπαθήσουν να συγκροτήσουν πιο μαζικά την εκλογική τους στάση. Το πρώτο Συνέδριο των Ελλήνων του Καυκάσου θα συγκληθεί στη Θεσσαλονίκη στις 23 Σεπτεμβρίου 1923 από το Σύλλογο Καυκασίων. Σκοπός τους ήταν η διαμόρφωση πολιτικής στάσης. Ο Γιάννης Πασαλίδης, αντιπρόεδρος του Συλλόγου θα τονίσει: «… εδώ (σ.τ.σ. στην Ελλάδα) όλα σχεδόν τα κόμματα τα πολιτικά δεν έχουν διαμορφωθεί εισέτι εις κόμματα αρχών, αλλά φέρουν χαρακτήρα προσωπικόν, μας είναι πολύ δύσκολον να εκλέξωμεν οριστικώς ένα, με το οποίο να συνεργασθώμεν…» και θα προτείνει τη διαμόρφωση μιας ενιαίας παμπροσφυγικής στάσης με τους «Πόντιους, Θράκες και Μικρασιάτες, τα συμφέροντα των οποίων ταυτίζονται με τα δικά μας...»[4]. Σε συνέδριο που συγκαλούν στο Κιλκίς τον Οκτώβριο του 1923 αποφασίζουν να υποστηρίξουν τους Φιλελεύθερους με βάση προγραμματική συμφωνία δέσμευσης: «Το Συνέδριον ενέκρινε ψήφισμα συμπράξεως εκλογικής, τούτο όμως όχι δια της παραχωρήσεως θέσεων υποψηφίων εις άτομα εκ των προσφύγων, αλλά επί ρηταίς προγραμματικαίς συμφωνίαις μετά των οικείων αυτού οργανώσεων»[5].

Ο ανταποκριτής του αθηναϊκού περιοδικού Κοινότης, που εξέδιδε μέχρι το 1924 ο Κωνσταντίνος Καραβίδας μαζί με το Ντίνο Μαλούχο, περιέγραψε ως εξής το συνέδριο των Καυκασίων: «Οι ρήτορες ήσαν κυρίως δημοδιδάσκαλοι με μόρφωσιν απολύτως πλατύτερη των ιδικών μας και ήσαν θαυμαστοί που, όλοι με μπαλώματα στα παλαιά παντελόνια τους και σγουρά γένια, εσηκώνοντο και ωμιλούσαν με διαυγή τετραγωνικά επιχειρήματα για ζητήματα της πρακτικής πολιτικής και της οργανώσεως του κράτους. Κυρίως όλοι έχουν υποστεί εξελιγμένους και χρησίμους πρακτικάς ρωσικάς επιρροάς. Και είμαι υποχρεωμένος να ομολογήσω ότι το Συνέδριον αυτό του Κιλκίς, μου εφάνη ως κολοσιαίος λίθος κατατιθέμενος επί της Μακεδονικής γης»[6]. Οι εμπειρίες αυτές που είχαν μεταφέρει από τη Ρωσία θα οδηγήσουν στη συγκρότηση του ισχυρού συνεταιριστικού κινήματος, στο οποίο θα πρωτοστατήσει ο Αλέξανδρος Μπαλτατζής[7].

Παράλληλα θα αρχίσει και η βαθμιαία προσχώρηση στην ελλαδική Αριστερά. Τα κίνητρα ήταν αποκλειστικά ιδεολογικά σε σχέση με το παρόν. Ζητήματα του παρελθόντος, σε σχέση με τις θέσεις για τα μικρασιατικά δεν υπήρχαν[8]. Η εξαφάνιση των παραμέτρων αυτών στην άμεση διαδικασία πολιτικής ένταξης θα οδηγήσει ακόμα και σε ένταξη προσφύγων στις αρχειομαρξιστικές ομάδες, που ήταν ο κατευθείαν πολιτικός απόγονος της ντεφετιστικής γραμμής[9]. Το ψηλό επίπεδο κατάρτισης των προσφύγων που προέρχονταν από τον Καύκασο, φαίνεται στις τοποθετήσεις τους. Στο Συνέδριο Καυκασίων του 1926 υποστηρίζεται η οργάνωση «όλων των Καυκασίων αγροτών προσφύγων εις Αγροτικάς Ενώσεις» και ζητιέται η ίδρυση Αγροτικού Κόμματος. Χαρακτηριστικό στιγμιότυπο της πολιτικής τους σκέψης είναι η ανάγνωση στο Συνέδριο ενός ρωσικού κειμένου «…εξ ου καταδεικνύει ότι ο γεωργός πρέπει να απελευθερωθεί όχι μόνο από τον κεφαλαιοκράτην, αλλά και από εκείνον όστις θέλη να καθήση μετά την πτώσιν του κεφαλαιοκράτου εις την ράχην του»[10]. Την παρέμβαση αυτή μπορούμε να την ερμηνεύσουμε αναλύοντας τις πολιτικές τάσεις που είχαν αρχίσει να υπάρχουν εντός των Καυκασίων προσφύγων. Η δράση και η επιρροή των σοσιαλιστών από τη μια πλευρά, όπως ο Γιάννης Πασαλίδης -ο οποίος είχε αναγκαστεί ως μενσεβίκος να εγκαταλείψει τον Καύκασο μετά τη νίκη των μπολσεβίκων- και η αρχόμενη διείσδυση του ΚΚΕ στους Καυκάσιους πρόσφυγες απ’ την άλλη, μέσω κυρίως των Ποντίων «κούτβηδων[11]», είναι πολύ πιθανόν να δημιούργησε μια πρώτη πολιτική σύγκρουση μπολσεβίκων και μενσεβίκων, εντός της ομάδας των Ελλήνων προσφύγων απ’ τον Καύκασο.

Ο Γρ. Τσιλιγκαρίδης περιγράφει ως εξής την ένταξη του πατέρα του στο ΚΚΕ: «Το 1924 άνοιξε γραφεία στη Χαλκίδα και κρέμασε τη ρωσική σημαία με το σφυροδρέπανο. Εμείς παιδιά 14 και 15 χονών τη βλέπαμε και χαιρόμασταν. …ο πατέρας μου μπήκε στο κόμμα και πολλοί νέοι και μαθητές. .. Το Πάσχα τριγυρίζαμε στα σπίτια και λέγαμε το ’’Χριστός Ανέστη’’ και όπου είχαμε θάρρος λέγαμε ’’Λένιν Ανέστη’’». Τελικά θα εγκατασταθούν στο Μεταλλικό του Κιλκίς, όπου απ’ το 1927 στην ευρύτερη περιοχή το ΚΚΕ είχε δημιουργήσει τους πυρήνες του, βασισμένους σε Έλληνες απ’ τον Καύκασο. Η ριζοσπαστικοποίηση συνδυαζόταν πολλές φορές και με τις κακές συνθήκες ζωής[12]. Για παράδειγμα, η κύρια αντίθεση των κατοίκων του Μεταλλικού ήταν με τους τσιφλικάδες οι οποίοι κατείχαν τεράστιες περιοχές, ως δώρο του βασιλιά Κωσταντίνου μετά τους Βαλκανικούς πολέμους. Η μεγάλη ταξική διαφοροποίηση, προκάλεσε διεκδικητικούς αγώνες, οι οποίοι θα οδηγήσουν σε συγκρούσεις με την αστυνομία στις αρχές της δεκαετίας του ’30, όπου οι πρόσφυγες θα θρηνήσουν και τα πρώτα τους θύματα. Αυτός που πρωτοστάτησε στη δημιουργία οργανωμένων πυρήνων και στρατολόγησε τους αριστερούς στο Μεταλλικό ήταν ο Κώστας Ηλιάδης, ο οποίος με το ψευδώνυμο Ευτυχίδης ή Ευτυχιάδης ήταν μέλος του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΕ. Ανήκε σ’ εκείνη την ομάδα των κούτβηδων που απέστειλε η Κομιντέρν για να βοηθήσει και να ελέγξει το ΚΚΕ, το ελλαδικό της παράρτημα[13]. Ο Ηλιάδης θα συλληφθεί αργότερα απ’ την Ασφάλεια, θα δραπετεύσει μαζί με άλλα 7 στελέχη του ΚΚΕ από τις φυλακές Συγγρού τον Απρίλιο του 1931 και, τέλος, θα καταφύγει στην Σοβιετική Ένωση όπου και θα εκτελεστεί κατά τις σταλινικές διώξεις του 1937[14].

Θα αρχίσει η ανάπτυξη των κομμουνιστικών οργανώσεων. Με πρωτοβουλία των παλιών δασκάλων στο Καρς που είχαν ενταχθεί πλέον στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα κυριάρχησαν το 1928 με ξεχωριστό αριστερό ψηφοδέλτιο στο Διδασκαλικό Σύλλογο του Νομού Κιλκίς[15]. Η ασφάλεια προσπαθώντας να διαλύσει τα κομμουνιστικά δίκτυα θα εισηγηθεί την υποχρεωτική τους μετάθεση στη Λάρισα και την Κατερίνη, όπου αυτοί θα συγκροτήσουν νέους πυρήνες[16]. Ενδιαφέρον έχει επίσης η αύξηση της επιρροής του ΚΚΕ και η συγκρότηση κομμουνιστικών οργανώσεων με πρωτοβουλία Καυκασίων στη δυτική Μακεδονία[17]. Ένα τέτοιο ενδεικτικό περιστατικό του κλίματος που άρχισε να δημιουργείται ήταν τα γεγονότα της Ποντοκώμης τα Χριστούγεννα του 1932, όταν με πρόσχημα την ενίσχυση του σχολικού ταμείου, αλλά στην πραγματικότητα του ΚΚΕ, οργανώθηκε μια θεατρική παράσταση με το έργο του Γ. Φωτιάδη «Λαζάρ-αγάς» η οποία απαγορεύτηκε από την αστυνομία. Η πραγματοποίηση της θεατρικής παράστασης θα οδηγήσει στη σύλληψη δύο αγροτών, στην απελευθέρωσή τους από τους συγχωριανούς τους μετά από αιματηρή συμπλοκή με τις αστυνομικές δυνάμεις και εν τέλει στην καταδίκη 23 ατόμων σε 58μιση χρόνια φυλακή και εξορία συνολικά[18].

Πόντιοι πολιτικοί κρατούμενοι

Οι Πόντιοι σύντομα θα γίνουν διακριτή ομάδα στους πολιτικούς κρατούμενους. Στο Στρατόπεδο Συγκέντρωσης Κομμουνιστών Ακροναυπλίας θα είναι οργανωμένοι σε ξεχωριστή εθνικοτοπική ομάδα. Ο Α. Φλούτζης γράφει: «Μια άλλη πολύ σοβαρή μορφή ανάπτυξης στενότερων σχέσεων και αλληλοβοήθειας ήταν οι εθνικοτοπικές ομάδες («παροικίες»), που συνένωναν τους κρατούμενους κατά περιοχές ανάλογα με την καταγωγή τους. Επικεφαλής των ομάδων αυτών ήταν ολιγομελείς επιτροπές….». Οι ομάδες χαρακτηρίζονται με διάφορα ονόματα αναλόγως των συμπεριφορών ή των εθίμων που μεταφέρουν από τις πατρίδες τους: «Οι Πόντιοι λέγονταν ’’Έθνος’’, λόγω του ιδιαίτερα έντονου εθνικού χαρακτήρα των εθίμων και των χορών τους, καθώς και της ιδιόμορφης ποντιακής διαλέκτου»[19]. Αυτό που παρατηρούμε είναι ότι εκείνη την εποχή ο όρος «Πόντιος» αποκτά παμποντιακή σημασία μόνον εκτός του ποντιακού χώρου. Σε επίπεδο λαϊκού προσδιορισμού θα σημαίνει τον Έλληνα πρόσφυγα τον προερχόμενο από τον μικρασιατικό Πόντο, σε αντιδιαστολή με τον όρο «Καυκάσιος» ή «Ποντοκαυκάσιος», που αναφέρεται στους Έλληνες του Καυκάσου. Στη Ακροναυπλία, οι «Καυκάσιοι» θα είναι καταγεγραμμένοι στη συνείδηση των συγκρατουμένων τους ως «Πόντιοι». Εκεί όλοι θα είναι Πόντιοι.

Η άνοδος του ΚΚΕ θα είναι συνεχής. Κομβικό σημείο θα είναι η εκλογή του Πόντιου Μήτσου Παρτσαλίδη ως δήμαρχου Καβάλας το Φεβρουάριο του 1934. Όμως παρόλες τις επιτυχίες του ΚΚΕ στο χώρο των προσφύγων, η συντριπτική πλειονότητα ακόμα θα παρεμένει υπό την επιρροή των βενιζελικών. Ειδικά τα ένοπλα σώματα των τουρκόφωνων Ποντίων καπεταναίων θα τύχουν ιδιαίτερης συνεργασίας με τις αντιμοναρχικές δυνάμεις. Κατά το 1925, κατά την όξυνση των ελληνοβουλγαρικών σχέσεων οι Πόντιοι πρόσφυγες στην Ανατολική Μακεδονία θα συγκροτήσουν δικά τους σώματα και θα εισβάλλουν παράλληλα με τον ελληνικό στρατό στη Βουλγαρία[20]. Το 1935, κατά το αποτυχημένο κίνημα των βενιζελικών αξιωματικών, θα πολεμήσουν στο πλευρό των βενιζελικών στρατευμάτων. Η συμμετοχή τους σ’ αυτό τα κίνημα βιώθηκε ως αγώνας για την υπεράσπιση της πατρίδας. Ο Μαραντζίδης αναφέρει ένα περιστατικό όπου τουρκόφωνοι Πόντιοι εθελοντές στα βενιζελικά στρατεύματα δήλωναν ότι θα πολεμήσουν γιατί «κινδυνεύει η πατρίδα». Γι αυτούς πατρίδα ήταν η δημοκρατική Ελλάδα και οι εχθροί της οι μοναρχικοί[21].

Μετά το αποτυχημένο κίνημα των βενιζελικών στο οποίο θα συμμετάσχουν οπλισμένες ομάδες προσφύγων, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, η τρομοκρατία κατά του συνόλου των προσφυγικών κοινοτήτων από τους βασιλόφρονες θα ενταθεί[22]. Η δικτατορία του Μεταξά θα περιθωριοποιήσει τους προσφυγικούς πληθυσμούς, οι οποίοι στη συνέχεια θα βρουν άλλους, δικούς τους δρόμους μέσα στη δεκαετία του ’40.

Ο Κώστας Γαβριηλίδης, εξόριστος στον Αη Στράτη, σέρνει πρώτος τον ποντιακό χορό.

Θανάσιμες διαιρέσεις

Η Κατοχή της Ελλάδας απ’ τις δυνάμεις του Άξονα θα θέσει νέα διλήμματα στις κοινότητες των προσφύγων. Οι οργανώσεις του ΚΚΕ που βασίζονταν κυρίως σε Πόντιους πρόσφυγες απ’ τον Καύκασο θα ενεργοποιηθούν σχεδόν την επαύριο της Κατοχής οργανώνοντας αντιστασιακούς πυρήνες. Οι πρόσφυγες από τον Καύκασο και τη Νότια Ρωσία, που είχαν πάρει μέρος στις μετεπαναστατικές διεργασίες και κάποιοι απ’ αυτούς είχαν ενταχθεί στη βραχύβια Ελληνική Μεραρχία του Καυκάσου, θα παρουν μέρος στην Εθνική Αντίσταση, στη μεριά του ΕΑΜ και θα αποτελέσουν την πρώτη σημαντική μαζική ένταξη σ’ αυτό[23].

Παράλληλα θα υπάρξουν και αυτόνομες προσπάθειες μη κομμουνιστών, στις οποίες ηγετικό ρόλο θα διαδραματίσουν οι βενιζελικοί τουρκόφωνοι Πόντιοι οπλαρχηγοί της Ανατολικής Μακεδονίας. Μέσα από μια σύνθετη διαδικασία που πραγματοποιήθηκε στο χώρο της Βόρειας Ελλάδας μεγάλο μέρος αυτών των τουρκόφωνων και όχι μόνο, Ποντίων θα ενταχθεί σε εθνικιστικές αντικομμουνιστικές οργανώσεις και πολλοί απ’ αυτούς θα συνεργαστούν ανοιχτά με τους Ναζί και θα μετατραπούν σε δωσίλογους, μαζί με άλλους γηγενείς και πρόσφυγες[24]. Ο Μαραντζίδης υποστηρίζει ότι οι τουρκόφωνες δυτικοποντιακές κοινότητες της Μακεδονίας, λόγω της άρνησης προσχώρησης στον ΕΛΑΣ, θα υποστούν τη βία της εαμικής αντίστασης και αυτός θα είναι ένας από τους λόγους που θα τους οδηγήσουν στην ανοιχτή συνεργασία με τους κατακτητές[25]. Μαζί με τους Γερμανούς στη Δυτική Μακεδονία και με τους Βούλγαρους στην Κεντρική οι δωσίλογοι θα συγκρούονται με τον ΕΛΑΣ[26]. Οι ποντιακές κοινότητες που θα ενταχθούν στην Αντίσταση θα υποστούν τη βία των Ναζί κατακτητών. Το πρώτο χωριό που θα καταστραφεί στην Δυτική Μακεδονία θα είναι το Μεσόβουνο στην περιοχή της Κοζάνης[27]. Ένα από τα γερμανικά μπλόκα στην Αττική θα γίνει στον αμιγώς αριστερό ποντιακό οικισμό των Σφαγείων στην Καλλιθέα της Αττικής[28].

Χαρακτηριστικό επεισόδιο που θα δείξει την αντίθεση του οργανωμένου δημοκρατικού ποντιακού χώρου στο δωσιλογισμό, θα είναι η συνάντηση του Κυριάκου Παπαδόπουλου, γνωστότερου ως Κισά Μπατζάκ, με τον Θ. Θεοφυλάκτου, στέλεχο του ποντιακού κινήματος ανεξαρτησίας, εκδότη της εφημερίδας Ελεύθερος Πόντος στο Βατούμι και ιδρυτικό μέλος και πρόεδρο της Ευξείνου Λέσχης Θεσσαλονίκης. Ο Π. Δαδούλης και ο Κισά Μπατζάκ, ηγετικές προσωπικότητες του δωσιλογικού Ελληνικού Εθνικού Στρατού (ΕΕΣ) επισκέφτηκαν την Εύξεινο Λέσχη για να ζητήσουν χρηματική ενίσχυση και υποστήριξη στην στρατολογία εθελοντών. Ο Κισά Μπατζάκ ρώτησε εάν «έκαμε καλά που πολέμησε με εχθρικά όπλα τους Συνέλληνες». Η αρνητική απάντηση του Θεοφυλάκτου και η συνολικά αρνητική του στάση εξόργισε τον Κισά Μπατζάκ, ο οποίος αφού έβρισε τους Τραπεζούντιους, τράβηξε το πιστόλι και το έβαλε στο μέτωπο του προέδρου της Ευξείνου Λέσχης. Ο Θεοφυλάκτου δε λύγισε και έτσι τα σχέδια των δωσίλογων με την Εύξεινο Λέσχη δεν ικανοποιήθηκαν[29].

Μετά την αποχώρηση των Γερμανών και των Βούλγαρων απ’ την Ελλάδα, οι συνεργάτες τους θα υποστούν τις άγριες αντεκδικήσεις από την πλευρά της Αριστεράς με αποκορύφωμα τη Μάχη του Κιλκίς και τα όσα επακολούθησαν της ήττας των δωσιλογικών στρατευμάτων[30]. Με τη συμφωνία της Βάρκιζας τα δεδομένα θα αλλάξουν. Τα αριστερά ποντιακά χωριά θα αρχίσουν να δέχονται τις παρακρατικές επιθέσεις και τις αντεκδικήσεις[31].

Στη συνέχεια, η εμπλοκή των προσφυγικών πληθυσμών στον Εμφύλιο θα είναι έντονη. Μεγάλο μέρος των αντικομμουνιστών Ποντίων, ελληνόφωνοι και τουρκόφωνοι, θα ενταχθεί στις παραστρατιωτικές ομάδες που έδρασαν στο πλευρό του στρατού[32]. Αντιθέτως οι αριστεροί Πόντιοι και κυρίως οι Καυκάσιοι θα στρατευθούν και πάλι εθελοντικά στο Δημοκρατικό Στρατό. Ήδη οι κοινότητές τους ήταν προγραμμένες από τις μετά τη Βάρκιζα κυβερνήσεις. Χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω απόσπασμα που δείχνει τις «εθνικά ύποπτες» ομάδες: «…χάρις εις την φρικώδην αδράνειαν και την απουσίαν των οργάνων του κράτους, η κομμουνιστική προπαγάνδα αφέθη να οργιάσει κυρίως μεταξύ των ευαλώτων Κουτσοβλάχων και των Καυκασίων και τίνων σλαυοφώνων.»[33] Ο βουλευτής του Λαϊκού Κόμματος Φίλιππος Δραγούμης, προτείνει την εκτόπιση απ’ την περιοχή των συνόρων των μη ελληνικής συνείδησης βουλγαροφώνων και των ελληνοφώνων «όπως π.χ. αρκετοί Καυκάσιοι πρόσφυγες από τη Ρωσία»[34].

Στον Εμφύλιο, οι Πόντιοι του Καυκάσου θα αποτελέσουν ένα «συμπαγές επαναστατικό στοιχείο»[35]. Υπάρχουν ανταποκρίσεις σε αθηναϊκές εφημερίδες που υποστηρίζουν ότι αυτοί ήλεγχαν μεγάλο μέρος των κομμουνιστικών στρατευμάτων[36]. Με το τέλος του Εμφυλίου οι ηττημένοι θα καταφύγουν στην Ανατολική Ευρώπη, θα έρθουν σε επαφή με τον υπαρκτό σοσιαλισμό και πολλοί θα διαπιστώσουν τα αδιέξοδα και τις παραμορφώσεις και θα επιστρέψουν με τον τρόπο τους στη δική τους πολιτιστική μήτρα[37].

Ο Λύσανδρος Ταμουρίδης και η Κωσταντίνα Ευθυμίου στο Βίτσι το 1948. Δύο μέρες μετά τη λήψη της φωτογραφίας, η Ευθυμίου σκοτώθηκε και ο Ταμουρίδης τραυματίστηκε σοβαρά

Νέα συνάντηση σε νέες συνθήκες

Η δεκαετία του ’40 θα δημιουργήσει αξεπέραστα ρήγματα στους Πόντιους πρόσφυγες. Για τους γόνους των αριστερών Ποντίων, το στερεότυπο του απόλυτου κακού, του συνεργάτη του κατακτητή και του δωσίλογου θα εκφράζεται με τον «(μ)πάφραλη», του οποίου θα αμφισβητηθεί η «ποντιακότητα»[38]. Για τους τουρκόφωνους Δυτικοπόντιους, οι ελληνόφωνοι θα μετατραπούν σε «αούτους»[39]. Το γεγονός αυτής της απόδοσης συλλογικής ευθύνης βασίστηκε στη θεώρηση ότι η ιδεολογία και η πολιτική στάση μπορεί να ορίζουν κάποια ιδιαίτερη εθνότητα. Οι απόγονοι των Δυτικοποντίων θα βιώσουν τραυματικά την απόρριψη[40]. Μόνο μετά την Μεταπολίτευση οι πληθυσμοί αυτοί θα πορευτούν και πάλι μαζί. Η αλλαγή του πολιτικού τοπίου μετά την πτώση της χούντας, η μεγένθυνση ενός κεντροαριστερού κόμματος στους κόλπους του οποίου θα βρεθούν τόσο οι «παφραλήδες» όσο και οι «καυκάσιοι» θα επιτρέψει την πρώτη ώσμωση και θα επιφέρει μια νέα ανάγνωση της δεκαετίας του ’40.

Βαθμιαία, οι κοινές μνήμες του Πόντου θα μετατρέπονται στον κοινό τόπο έκφρασης[41]. Ενωτικά και συμφιλιωτικά θα λειτουργήσουν και τα νέα αιτήματα που εμφανίζονται. Η αναγνώριση της γενοκτονίας, ως αίτημα καταξίωσης μιας απαγορευμένης μνήμης θα ενώσει τους γόνους αυτών των διχασμένων τμημάτων της ποντιακής προσφυγιάς. Η ανάδυση του ριζοσπαστικού ποντιακού κινήματος κατά τα μέσα της δεκαετίας του ’80 θα λειτουργήσει λυτρωτικά σε πολλά επίπεδα[42]. Η διαδικασία ενοποίησης και νέας έκφρασης θα οδηγήσει στη συγκρότηση ενός δυναμικού κοινωνικού και πολιτικού κινήματος το οποίο θα θέσει στόχους ανάδειξης της ιστορικής εμπειρίας και ενσωμάτωσής της στη συλλογική ιστορική μνήμη[43].



[1]Ο Ιασωνίδης εκλέγεται συνεχώς βουλευτής Θεσσαλονίκης από το 1923. Χρημάτισε Υπουργός Πρόνοιας στη κυβέρνηση των Φιλελευθέρων από το 1930-1932. Λόγω της δικτατορίας Μεταξά κατέφυγε στην Αγγλία το 1936. Χαρακτηριστική ήταν η έκφαρση που χρησιμοποιούσε για να τονίσει την αναγκαιότητα της ποντιακής Μνήμης: «Ξηρανθήτω ημίν ο λάρυγξ, εάν επιλαθώμεθά σου ω πάτριος Ποντία γη». Υπήρξε ένα από τα ιδρυτικά στελέχη της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών.

[2]Ευστάθιος Πελαγίδης, Η αποκατάσταση των προσφύγων στη δυτική Μακεδονία (1923-1930), εκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη, 1994, σελ. 188.

[3] Ο Κόλιας Αμοιρίδης περιγράφει έναν τέτοιο συνεταιρισμό στο χωριό Μεγάλη Βρύση του Κιλκίς: «… ο συνεταιρισμός είχε αρκετή οικονομική δύναμη. Διέθετε αλευρόμυλο, συγκρότημα ολόκληρο…. Δούλευε με μοτέρ μόνιμα εγκατεστημένο. Ο μύλος έβγαζε διάφορες ποιότητες αλεύρι, όπως το ήθελε ο χωρικός, μέχρι και φαρίνα. Σε άλλο μηχάνημα στο ίδιο μέρος άλεθαν ταυτόχρονα και ρόβη, γιαρμά για τα ζώα… Εκτός από τον αλευρόμυλο ο συνεταιρισμός διέθετε αλωνιστικό συγκρότημα, κάποτε δύο τρακτέρ για οργώματα, στάβλο για μπίκους, μερικά στρέμματα χωράφια, παντοπωλείο, καφενείο, χειριζόταν δάνεια από την Αγροτική Τράπεζα και την Ένωση Συνεταιρισμών του Κιλκίς, καθώς και την αναταλλαγή προϊόντων με άλλους συνεταιρισμούς. Συνήθως δίναμε σιτάρι ή σουσάμι για να πάρουμε λάδι ή ελιές, σαπούνι κ.ά.» (Κόλιας Αμοιρίδης, ‘Εχεις φωνή, πρέπει να εξοντωθείς, εκδ. Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη, 2009, σελ. 24-25.)

[4] Εφημ. Μακεδονία, 29 Σεπτεμβρίου 1923, σελ. 1.

[5] Περιοδ. Κοινότης, αριθμ. 47, Αθήνα, 1923.

[6] Περιοδ. Κοινότης, αριθμ. 47, Αθήνα, 1923.

[7] Βίκτωρ Νέτας, «Αλέξανδρος Θ. Μπαλτατζής», περ. Ποντιακά, τεύχ. 24, Οκτώβριος 2009, σελ. 16-17.

[8] Ήδη από το 1925 ήταν καταγεγραμμένη η ύπαρξη κομμουνιστικής επιρροής σε πρόσφυγες απ’ τον Καύκασο. Στο Προσφυγικόν Συνέδριο που θα γίνει στην Αθήνα στις 24 Αυγούστου 1925 ο αντιπρόσωπος της Μακεδονίας-Θάκης θα αναφερθεί στη δράση «ωρισμένων εκ Καυκάσου προσφύγων, εμφορουμένων υπό κομμουνιστικών ιδεών». (Εφημ. Εμπρός, 25 Αυγούστου 1925, σελ. 3.)

[9] Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Γιάννη Ταμτάκου, δύο φορές πρόσφυγα από η Μικρά Ασία (1914 με τον πρώτο διωγμό και 1922 με την Καταστροφή) που θα ενταχθεί στους αρχειομαρξιστές και θα αποτελέσει την εμβληματική προσωπικότητα του χώρου, την οποία θα σέβονται και οι αντεξουσιαστές. «Καλό ταξίδι μπαρμα-γιάννη»,

http://pontosandaristera.wordpress.com/2008/01/07/7-1-2008/ (22-2-2010)]

[10] Εφημ. Μακεδονία, 2 Φεβρουαρίου 1926, σελ. 1.

[11]«Κούτβηδες» ονομάζονταν τα επαγγελματικά κομματικά στελέχη που εκπαιδεύονταν στη σχολή Κούτβ (КУТВ) στη Μόσχα για να στελεχώσουν τα παραρτήματα της Κομμουνιστικής Διεθνούς (Κομιντέρν).

[12] Κόλιας Αμοιρίδης, ό.π., σελ. 71.

[13] Γρηγόρης Τσιλιγκαρίδης, «Η συμμετοχή μου στους λαϊκούς αγώνες», περ. Ποντιακά, τεύχ. 19, Μάιος 2009, σελ. 14.

[14] Δημήτρης Παλαιολογόπουλος, «Ο πιο τραγουδισμένος Έλληνας κομμουνιστής που χάθηκε στις σταλινικές εκκαθαρίσεις», εφημ. Αυγή, 10 Ιανουαρίου 2010. Αυτή ήταν η πρώτη μεγάλη απόδραση κομουνιστών που στις 14 Απριλίου 1931. Τους βοήθησε φύλακας δεκανέας, ο Γρηγόρης Γρηγοριάδης, που τους ακολούθησε. Εκτός από τον Κ. Ευτυχιάδη (ή Ηλιάδη) μεταξύ των δραπετών ήταν οι Ανδρόνικος Χαϊτάς, Λευτ. Αποστόλου, Δ. Παπαρήγας, Β. Ασίκης, Περ. Καρασκόγιας, Μάρκος Μαρκοβίτης. Μερικοί πιάστηκαν αργότερα - οι άλλοι διέφυγαν στην ΕΣΣΔ, συμπεριλαμβανομένου και του Γρηγοριάδη. Οι φυγάδες στην ΕΣΣΔ θα εκτελεστούν κατά τις σταλινικές διώξεις

[15] Ενδιαφέρουσα είναι η μαρτυρία του ποντιακής καταγωγής Μάρκου Βαφειάδη για τους πολιτικούς πρόσφυγες από το Κιλκίς που συνάντησε κατά τη φυλάκισή του (Σεπτέμβριος του 1929): «Στο διάστημα που ήμουνα φυλακή , εμείς φτάσαμε μέχρι τους 120 κρατούμενους κομμουνιστές διότι , ύστερα από λίγο, ύστερα από το Κιλκίς , από γεγονότα εκεί πέρα φέρανε καμιά 70 συντρόφους μέλη του κόμματος και της νεολαίας , οι περισσότεροι Καυκάσιοι που είχαν έρθει στην Ελλάδα το 1924 μετά την επανάσταση του Οχτώβρη και μ' αυτούς , κυρίως , το Κιλκίς έγινε κόκκινο». ( Μάρκος Βαφειάδης, Απομνημονεύματα, τόμ. 1 1906-1939, εκδ. Δίφρος, Αθήνα, 1984, σελ. 136.)

[16] Γρηγόρης Τσιλιγκαρίδης, ό.π., σελ. 15.

[17]Ο Μάρκος Βαφειάδης τον Ιούνη του 1934 τοποθετείται δεύτερος Οργανωτικός Γραμματέας της ΠΕ Δυτικής Μακεδονίας του ΚΚΕ και με την ιδιότητα αυτή μεταβαίνει στη Βέροια και Φλώρινα, Γράφει για το κλίμα που συνάντησε: «Κομματικοί και εξωκομματικοί σύντροφοι δέχονταν τους φίλους της οργάνωσης πιο θαρρετά τους προφύλαγαν , ιδιαίτερη προθυμία έδειχνε το προσφυγικό στοιχείο - οι Καυκάσιοι. …..στη Φλώρινα. Εκεί τα πρωτεία είχαν οι Καυκάσιοι σύντροφοι κομματικοί και εξωκομματικοί που δε λογάριαζαν τίποτε…». (Μάρκος Βαφειάδης, ό.π., σελ. 243.) Εξαιρετικές, πολλές και άγνωστες πληροφορίες εμπεριέχονται στο: Ανδρέας Αθανασιάδης-Χρήστος Μιχαηλίδης, Γεννηθείς εις Καύκασον Ρωσίας, εκδ. Ιμφογνώμων, Αθήνα 2010.

[18]«Οι φτωχοί αγρότες Ποντοκώμης διεκδικούν με τον αγώνα τους τις ελευθερίες τους», εφημ. Νέος Ριζοσπάστης, 7 Ιανουαρίου 1933, πρωτοσέλιδο δημοσίευμα. Από το: Ανδρέας Αθανασιάδης-Χρήστος Μιχαηλίδης, ό.π.

[19]Αντώνης Φλούτζης, 1937-1043. Ακροναυπλία και Ακροναυπλιώτες, εκδ. Θεμέλιο, 1979, σελ 102-105.

[20] Τάσος Χατζηαναστασίου, Ομάδες ένοπλης αντίστασης στη βουλγαρική κατοχή της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, διδακτορική διατριβή, ΑΠΘ, 1998. Επίσης, του ιδίου, Αντάρτες και καπετάνιοι. Η εθνική αντίσταση κατά της βουλγαρικής κατοχής της Ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης, 1942-1944, εκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη, 2003.

[21]Νίκος Μαραντζίδης, Γιασασίν Μιλέτ-Ζήτω το Έθνος, εκδ. Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο, 2001, σελ. 83, 104, 105.

[22]Θόδωρος Παυλίδης, Ο ελληνισμός του Δυτικού Πόντου, εκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη, 2009, σελ. 23. Ο Μαραντζίδης παραθέτει τη μαρτυρία του Α. Βαζούρα, που είχε δημοσιευτεί τότε στην εφημερίδα Το Βήμα: «Ο κυβερνητικός στρατός … αποτελούμενος από ειδικά επιστρατευμένες κλάσεις Παλαιοελλαδιτών, αφέθηκε σε πολλές περιπτώσεις από αξιοθρήνητους ηγέτες να ξεσπάσει σαν μπουλούκι αγρίων σε βάρος του πληθυσμού. Λεηλασίες, δαρσίματα, βιασμοί γυναικών, έδωσαν στην ΄΄προέλαση΄΄ εκείνη τη μορφή εισβολής βάρβαρου στρατού σε εχθρική χώρα.»

[23]Θανάσης Διαμαντόπουλος, «Τιφλίδα, Καράουργκάν, Μεγάλη Βρύση, Κιλκίς. Οι τέσσερις εποχές της ζωής του παπα-Χαρίτωφ», στο Η ιστορία των Ελλήνων του Καυκάσου στο Καρς και στο Κιλκίς, εκδ. Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Κιλκίς, Αθήνα, 2001, σελ 101.

[24]Φαίνεται ότι απ’ το Μεσοπόλεμο υπήρχαν προσφυγικής καταγωγής άτομα που εντάχθηκαν στην παρακρατική αντισημιτική οργάνωση Εθνική Ένωσις "Η Ελλάς" και έλαβαν μέρος στο πογκρόμ που υποκίνησε εναντίον των φτωχών Εβραίων του οικισμού Κάμπελ, τον Ιούνιο του 1931, ο αρχισυντάκτης της εφημερίδας Μακεδονία Νίκος Φαρδής. Βλ. Θεοδόσιος Τσιρώνης, Πολιτική ιδεολογία στη Θεσσαλονίκη του Μεσοπολέμου: η οργάνωση Εθνική Ενωσις "Η Ελλάς" και τα συνεργαζόμενα σωματεία, μεταπτυχιακή εργασία, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Φιλοσοφική Σχολή, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, 1999, Αντώνης Λιάκος «Η εμφάνιση των νεανικών οργανώσεων, το παράδειγμα της Θεσσαλονίκης» στο Ιστορικότητα της παιδικής ηλικίας και της νεότητας : Πρακτικά διεθνούς συμποσίου, εκδ. Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας-Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, Αθήνα 1986, Ρένα Μόλχο, «Η αντιεβραϊκή νομοθεσία του Βενιζέλου στο Μεσοπόλεμο…», περ. Σύγχρονα Θέματα, τεύχ. 83, Ιούνιος 2003, σελ. 53-59.

[25]«Ότι έγινε από τον Ζέρβα στους Τσάμηδες μοιάζει σε εντυπωσιακό βαθμό με αυτό που έγινε από τον ΕΛΑΣ στους τουρκόφωνους Πόντιους. Με μία ίσως διαφορά: οι τελευταίοι δεν είχαν χώρα να καταφύγουν.» (Νίκος Μαραντζίδης, ό.π., σελ. 190.) Η συμπεριφορά αυτή των προερχόμενων από το ποντιακό αντάρτικο δεν ήταν καθολική. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η οικογένεια του δολοφονημένου απ’ τους Τούρκους πρωτοκαπετάνιου Βασίλειου Ανθόπουλου (Βασίλ-ουστά) που θα ενταχθεί στην Αντίσταση, ενώ ο διασωθείς από τη γενοκτονία του Πόντου γιός του Ανθόπουλου, θα πολεμήσει στο Δημοκρατικό Στρατό και θα συλληφθεί σε μάχη. (Μαρτυρία Βασιλειάδη, Φρανκφούρτη, 19 Μαϊου 2009)

[26]Το θέμα αυτό το διαπραγματεύεται αναλυτικά ο Νίκος Μαραντζίδης, σε δύο βιβλία του: Γιασασίν Μιλέτ-Ζήτω το Έθνος, και Οι άλλοι καπετάνιοι. Αντικομμουνιστές ένοπλοι στα χρόνια της Κατοχής και του Εμφυλίου.

[27] «Μεσόβουνο - 23 Οκτωβρίου 1941» στην ιστοσελίδα του Δικτύου Μαρτυρικών Πόλεων και Χωριών http://www.greekholocausts.gr/.Σημαντικά στοιχεία και μαρτυρίες για το Μεσόβουνο υπάρχουν στο: http://pontosandaristera.wordpress.com/2009/04/22/mesovouno/

[28]Βασίλης Λιόγκαρης, «Για το μπλόκο της Καλλιθέας», Ριζοσπάστης, 26 Αυγούστου 2005.

[29]Θ. Θεοφυλάκτου, Γύρω απ’ την άσβεστη φλόγα, ό.π., σελ. 390, 391. Κάποιοι μελετητές της περιόδου αυτής χρησιμοποιούν το δίπολο «Πόντιοι», (για να χαρακτηρίσουν τα δωσιλογικά στρατεύματα) και «κομμουνιστές» (για να περιγράψουν τους αντιπάλους τους). Το σχήμα αυτό είναι εντελώς λανθασμένο, εφόσον μεγάλο μέρος των δωσίλογων δεν ήταν Πόντιοι και αντίθετα μεγάλο μέρος των «κομμουνιστών», είτε στην εαμική τους μορφή, είτε στην εμφυλιακή, ήταν Πόντιοι, κυρίως του Καυκάσου, μεταξύ αυτών και τουρκόφωνοι. Εξάλλου, αντίστοιχοι διαχωρισμοί δεν θα εμφανιστούν στην Αθήνα και στον Πειραιά, χώρους μεγάλης συγκεντρωσης Ποντίων προσφύγων. Οι Πόντιοι κομμουνιστές απ’ αυτή την ομάδα θα αναγνωρίζουν τον εαυτό τους ως «Πόντιο», και έτσι θα τους αναγνωρίζουν και οι συγκρατούμενοί τους στην Ακροναυπλία. (Αντώνης Φλούτζης, ό.π.)

[30] Ανδρέας Αγτζίδης, «Έλληνες εναντίον Ελλήνων. Η φονική σύγκρουση της 4ης Νοεμβρίου 1944», εφημ. Ημερησία, Κιλκίς, 5, 6 και 7 Νοεμβρίου 2008. Μια ενδιαφέρουσα συζήτηση για τη μάχη αυτή έγινε στο διαδίκτυο:

«Ο Ποντιακός Εμφύλιος» http://panosz.wordpress.com/2008/10/03/kilkis/

[31] Νίτσα Γαβριηλίδου, Ο πατέρας μου Κώστας Γαβριηλίδης, εκδ. Εξάντας, Αθήνα, 1987, σελ. σελ.133-143.

[32] Νίκος Μαραντζίδης, ό.π., σελ. 196-207.

[33]Εφημ, Εμπρός, 23 Νοεμβρίου 1946, σελ. 3.

[34] Φίλιππος Δραγούμης, Προσοχή εις την Βόρειαν Ελλάδα 1945-1948, εκδ. Εταιρεία μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη, 1949, σελ. 67, 68, 69.

[35]Νίκος Μαραντζίδης, Οι άλλοι καπετάνιοι. Αντικομμουνιστές ένοπλοι στα χρόνια της Κατοχής και του Εμφυλίου, εκδ. Εστία, Αθήνα, 2006, σελ. 163.

[36] Χαρακτηριστικό είναι το δημοσίευμα για την επίθεση του ΔΣΕ κατά της Θεσσαλονίκης: «Απεκαλύφθη εις την δίκην της Θεσσαλονίκης ότι Καυκάσιοι διευθύνουν τας συμμορίας», εφημ. Εμπρός, 29 Φεβρουαρίου 1948.

[37]Τέτοια είναι η περίπτωση ενός Πόντιου διανοούμενου που θα εγκατασταθεί ως πολιτικός πρόσφυγας στη Ρουμανία, θα συγκρουστεί με την αυταρχική αντίληψη της κομμουνιστικής εξουσίας και τελικά θα επιστρέψει στη αναζήτηση κάποιων αρχέγονων σταθερών. Βλ. Γιώργος Κόκκινος, Γαβρίλης Λαμπάτος, Αφρ. Αθανασοπούλου, Η Ματαιωμένη Ουτοπία, εκδ. Ταξιδευτής, Αθήνα, 2008. Από τις πιο τραγικές περιπτώσεις είναι οι πολιτικοί πρόσφυγες που ανήκαν στην ομάδα των προσφύγων του 1939 –που ως «εχθροί του λαού, εθνικιστές και κοσμοπολίτες» είχαν εκδιωχθεί από την ΕΣΣΔ- οι οποίοι επέστρεψαν στη Σοβιετική Ένωση μετά την ήττα του ΔΣΕ ως κομμουνιστές και συνάντησαν τις εναπομείνασες οικογένειές τους εκτοπισμένες στην Κεντρική Ασία και τους γονείς ή τα αδέλφια τους εξαφανισμένους στα σταλινικά στρατόπεδα συγκέντρωσης.

[38] Λάμπρος Μπαλτσιώτης, στο Η ελληνοτουρκική ανταλλαγή πληθυσμών. Πτυχές μιας εθνικής σύγκρουσης, επιμ. Κ. Τσιτσελίκης, εκδ, Κριτική-ΚΕΜΟ, 2008, σελ. 516, Νίκος Μαραντζίδης, Γιασασίν Μιλέτ-Ζήτω το Έθνος, ό.π., σελ. 11, 92.

[39] «Αυτοί οι ΄΄αούτοι΄΄ (ποντιόφωνοι) το αντάρτικο που κάναμε εμείς, το πέρασαν στο δικό τους όνομα (το υπέκλεψαν)» (μαρτυρία Λαζίκ) στο Θεόδωρος Παυλίδης, Ο ελληνισμός του Δυτικού Πόντου, ό.π., σελ. 77.

[40] Θεόδωρος Παυλίδης, ό.π., σελ. 30.

[41] Η διαδικασία αυτή θα αποτυπωθεί στα παγκόσμια ποντιακά συνέδρια, στις εισηγήσεις που γίνονται και κυρίως στα τελικά ψηφίσματα. Τα συνέδρια αυτά γίνονται από το 1985, ανά τετραετία περίπου. Σημαντική συνάντηση των ελλαδικών και «σοβιετικών» ποντιακών οργανώσεων έγινε το 1997 στο Βατούμι του Καυκάσου. Εκεί ορίστηκαν με σαφήνεια οι στόχοι που συμπεριλάμβαναν και αιτήματα για τον ιστορικό Πόντο. Τέτοια ήταν αιτήματα για την προστασία των μνημείων και την υπαγωγή των θρησκευτικών μνημείων στη δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου, αλλά και η καθιέρωση επίσκεψης και λειτουργίας κάθε 15αύγουστου στην Παναγία Σουμελά. Στη συνάντηση αυτή υπογράφτηκε η «Διακήρυξη του Βατούμι», όπου καθοριζόταν η γραμμή του ποντιακού κινήματος. Η εκτίμηση για τη συνάντηση αυτή ήταν: «Η μετάβαση των Ελλήνων στην Τουρκία και στη Γεωργία, η λειτουργία στην Παναγία Σουμελά, οι οργανωτικές αποφάσεις για τον ποντιακό ελληνισμό, οι επαφές με τους Έλληνες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης ανέδειξαν τη μεγάλη δυναμική του οικουμενικού ελληνισμού, η οποία υπερβαίνει τα βαλκανικά όρια της σύγχρονης Ελλάδας» («Η "Διακήρυξη του Βατούμι’’», εφημ. Ελευθεροτυπία, 21 Αυγούστου 1996.)

[42] Η πορεία αυτή δεν είναι ούτε ομαλή, ούτε και ευθύγραμμη. Χαρακτηρίζεται από πλήθος αντιφάσεων, έντονων εσωτερικών συγκρούσεων και διακρίνεται για τη μεγάλη εσωτερική δυναμική

[43]Το αίτημα της γενοκτονίας θα κυριαρχήσει πλέον και θα γίνει το κοινό ιδεολογικό στοιχείο όλων των Ποντίων, είτε αυτοί κατοικούν στην Ελλάδα είτε στη διασπορά. Σε αρκετές περιπτώσεις θα λειτουργήσει ως άλλοθι για την παραγνώριση σημαντικών κοινωνικών ζητημάτων, όπως αυτά της αποκατάστασης των νέων Ποντίων προσφύγων από την πρώην Σοβιετική Ένωση. Ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι η εδραίωση της κυριαρχίας των ελλαδιτών Ποντίων στα δευτεροβάθμια όργανα των ποντιακών οργανώσεων της Ελλάδας, που ξεπερνούν τις 500, οδήγησε σε μια πιο συντηρητική πολιτική, στην περιθωριοποίηση των νεοπροσφύγων και ανάδειξε τις υπαρκτές μεγάλες διαφορές που υπάρχουν εντός της ποντιακής κοινότητας.