ΤΑ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΒΟΪΟΥ

Webnode

 

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΓΙΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΖΗΚΟΒΙΣΤΑΣ

Το μοναστήρι του Αγίου Αθανασίου βρίσκεται ανάμεσα στα χωριά Ζηκόβιστα (Σπήλιος) Λιμπίσοβο (Άγιος 'Ηλίας), Λούτσιστα (Κερασώνα), και Βιδελούστι (Δαμασκηνιά). 

 

Tα τρία πρώτα ανήκουν διοικητικά στο νομό Καστοριάς, ή Δαμασκηνιά στο Νομό Κοζάνης, ενώ εκκλησιαστικά και τα τέσσερα στη μητρόπολη Σισανίου και Σιατίστης, στην οποία υπήχθησαν στις αρχές του αιώνα μας, γιατί παλιότερα άνηκαν στη μητρόπολη Καστοριάς, όπως φυσικά και το μοναστήρι του Αγίου Αθανασίου.
Ή ονομασία του μοναστηριού του Αγίου Αθανασίου συναντάται με διαφορετικούς προσδιορισμούς. Άλλοτε ονομάζεται «μοναστήρι Άγίου Αθανασίου Ζηκοβίστης», άλλοι το αναφέρουν ώς «μοναστήρι Άγίου Αθανασίoυ Σπήλιου», «Άγίου Ηλία Δαμασκηνιας » και τέλος, απο την προσωνυμία των χωριών αυτών, που είναι τα Καστανοχώρια της ανατολικής πλευράς, «μοναστήρι Αγίου Άθανασίου Καστανοχωρίων». Η μετάβαση στο μοναστήρι γίνεται είτε μέσω Τσοτυλίου - Δαμασκηνιάς, είτε μέσω Άργους Ορεστικού - Σπήλιου - Αγίου Ηλία.


 

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΤΩΝ ΕΙΣΟΔΙΩΝ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΖΩΝΗΣ

Στο χωριό Ζώνη του δήμου Βοΐου  βρίσκεται το μοναστήρι των Εισοδίων της Θεοτόκου,το  οποίο, αν ανατρέξουμε στην αρχική τοποθεσία που ήταν κτισμένο, αποτελεί το αρχαιότερο χρονολογικά καθίδρυμα της περιοχης.


Αρχικά το μοναστήρι βρισκόταν στο Παλιοκριμμίνι, στα όρια Μακεδονίας - Ηπείρου,ύστερα, το 160 αιώνα, δημιουργήθηκε το μετόχι του στα Όντρια όρη και στα τέλη τού 180υ αιώνα κτίστηκε στο χωριό Ζώνη.








ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΓΕΝΕΣΙΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΔΡΥΟΒΟΥΝΟΥ

Για την ύπαρξη μοναστηριού Γενεσίου της Θεοτόκου στο Δρυόβουνο η παράδοση είναι ζωντανή, αφού από επιζώντες γέροντες παραδίνεται ότι η εκκλησία που υπήρχε και καταστράφηκε ήταν παλαιότατη με

τοιχογραφίες βυζαντινής τεχνοτροπίας μόνο στο ιερό βήμα.
  
 
   Το μοναστήρι σταμάτησε να λειτουργεί γύρω στο 1835. Τελευταίος Ηγούμενος φέρεται ο Διονύσιος από την Σιάτιστα, ο οποίος απαγχονίστηκε για άγνωστους λόγους.

 Η ανακάλυψη  πρόσφατα τεσσάρων λαξευτών τάφων μεταγενέστερης εποχής, μέσα στους οποίους βρέθηκαν νομίσματα των αρχών του 18ου αιώνα, έδωσε τη γνώμη ότι ήταν τάφοι μοναχών ή νεομαρτύρων. Στη θέση του παλιού ναού χτίστηκε το 1969 άλλος νέος.Στη συνέχεια οικοδομήθηκαν κτίσματα,και το 1993 έγινε επανίδρυση του μοναστηριού. 
 

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΣΙΣΑΝΙΟΥ

Το Μοναστήρι βρίσκεται στην αντίπερα πλευρά της κοίτης του ποταμού Σισάνι, κρυμμένο και αθέατο από μακρυά, δύο χλμ από το χωριό Σισάνι. Η χρονολογία ίδρυσης του μοναστηριού αποτελεί ιστορικό πρόβλημα, συνυφασμένο με το γενικότερο ζήτημα της αρχαίας Σισανιούπολης και της καταστροφής της. Η ανακάλυψη του επισκοπικού ναού δίπλα στο μοναστήρι υποδηλώνει ότι μετά την καταστροφή εκείνου του ναού χτίστηκε μοναστήρι, στα ερείπια του οποίου πιθανόν έχει κτιστεί το σημερινό. Με βάση την ανέγερση του ναού το 1762, όπως δηλώνουν τα στοιχεία που εξετάσθηκαν με προσοχή, ο ναός δεν φαίνεται να κτίζεται ως μοναστηριακός. 


Πρώτη μνεία για ύπαρξη μοναστηριού αποτελεί η σημείωση του αρχιερέα Νεοφύτου στον κώδικα της Μητροπόλεως το 1797 για το χωριό Σισάνι. Επομένως μετά το 1762 και πριν από το 1797 ο ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου μετατράπηκε σε μοναστήρι για να θυμίζει το μεγαλείο και την αίγλη της Σισανιούπολης. Ο ναός είναι κτίσμα του 18ου αιώνα και όχι του 17ου όπως η επέμβαση στην επιγραφή θέλει να δείξει. Το μνημείο δεν διατηρεί κανένα χαρακτηριστικό, έστω και απλουστευμένο, της τυπολογίας των μοναστηριακών καθολικών, όπως τρούλο, πλάγιες κόγχες, λιτή, τα οποία και απλοποιημένα διατηρούνται στους μαναστηριακούς ναούς της όψιμης Τουρκοκρατίας. Το τέμπλο απλό, σανιδωτό είναι ζωγραφισμένο από το φυτικό και ζωικό βασίλειο, όπως τα ξύλινα θυρόφυλλα των αρχοντικών της Σιάτιστας του τέλους του 18ου αιώνα. Οι εικόνες, τα “δεσποτικά” έχουν καλλιτεχνηθεί στις αρχές του 19ου αιώνα από αγιογράφο Ερατυρέα με δαπάνη του ηγούμενου Θεοφάνη όπως φαίνεται στις επιγραφές. Οι αγιογραφίες έχουν τον έντονο χαρακτήρα της λαϊκής επίδρασης με πρόσωπα φωτεινά και ενδύματα ανάλαφρα και διαφανή ώστε να φαίνονται οι κινήσεις του σώματος από καλλιτέχνη που δεν αναφέρεται. 

 

 

 

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΓΙΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΒΟΓΑΤΣΙΚΟΥ

Η Εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης Βογατσικού,βρίσκεται δύο χιλιόμετρα νοτιοανατολικά από το Βογατσικό σε ωραία εξοχική τοποθεσία.
Το Βογατσικό στον κατάλογο του μητροπολίτη Σισανίου  Νεοφύτου το 1797 αναγράφεται ως Πολιτεία Μπογατζικόν. Είναι ο μόνος εκτός από την Σιάτιστα οικισμός που χαρακτηρίζεται πολιτεία,ενώ πέντε οικισμοί σημειώνονται ως κωμοπόλεις και όλοι οι άλλοι ως χωριά.

Η ανέγερση του ναού του Αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης

Ο ναός του Αγίου Κωνσταντίνου χτίστηκε,σύμφωνα με την ζωντανή μέχρι σήμερα παράδοση, ύστερα από την ανεύρεση της εικόνας του αγίου στα τέλη του 19ου αιώνα.
  Το 1882 ένας απλοϊκός και ευσεβής κάτοικος του Βογατσικού , ο Χρήστος Ζαμάνης ή Κουταλιανός, οδηγήθηκε  με θαυματουργικό τρόπο στην ανεύρεση της εικόνας του Αγίου Κωνσταντίνου, στην περιοχή ¨Γκουλιασιάνο¨, όπου πιθανό παλιότερα να  υπήρχε ναός , αφού εκεί ήταν ένα από τα επτά χωριά που αποτέλεσαν το Βογατσικό. Σύμφωνα με την παράδοση την οποία σώζει ο Α. Κορομήλης στο βιβλίο του για την ιστορία του Βογατσικού,ο Χρήστος Ζαμάνης,εργαζόμενος στο δάσος δέχτηκε μήνυμα του αγίου Κωνσταντίνου,που τον είδε στον ύπνο του να τον καλεί ξανά να βρει την εικόνα,ανακοίνωσε στου Βογατσιώτες το ενύπνιο και με την βοήθεια άλλων σκάβοντας βρήκαν την εικόνα και άλλα λατρευτικά αντικείμενα, τα οποία μετέφεραν στην ενοριακή εκκλησία των αγίων Αποστόλων.Στο μέρος που βρέθηκε η εικόνα αρχικά χτίστηκε ένα μικρό εκκλησάκι και με προφορική άδεια του υποδιοικητή Καστοριάς Σαλή Βέη , χωρίς να τηρηθούν οι διατυπώσεις για την έκδοση φιρμανιού, χτίστηκε ο ναός του Αγίου.
   

Ο ναός αποτελούσε εξοχικό προσκύνημα, στο οποίο συνέρρεαν κάτοικοι όλων των γειτονικών χωριών και πολλοί έβρισκαν θεραπεία των ασθενειών τους.Οι δωρεές
από χωράφια ,ζώα και άλλα είδη συνετέλεσαν ώστε ο ναός να αποκτήσει περιουσία και να πάρει μοναστηριακή μορφή.Για την διαμονή των προσκυνητών ανεγέρθηκαν μικρά κτίσματα, τα οποία αργότερα κατεδαφίστηκαν και ανεγέρθηκαν τελειότερα.
 

Η ανέγερση του Ναού έγινε το 1882 σύμφωνα με την μαρτυρία του Σεβαστείας Ανθίμου,που στην εργασία του για τα μοναστήρια της μητρόπολης Σισανίου αναφέρει για την ¨Εν Βογατσικό ιεράς Μονής του Αγίου Κωνσταντίνου¨.Το ιερό ίδρυμα διευθυνόταν από επιτροπή και ανήκε στην Κοινότητα και ενορία του Βογατσικού. Ο Σύλλογος των Βογατσιωτών της Θεσσαλονίκης ¨Ο Άγιος Κωνσταντίνος¨, με προσπάθειές του ανακαίνισε το ναό τα κτίσματα και υδροδότησε το συγκρότημα.
  

Τα τελευταία χρόνια η ιδιαίτερη εκκλησιαστική επιτροπή, με πρωτοστασία του Κωνσταντίνου Κατσέ, επί εφημερίας Παναγιώτου Χατζηλεοντιάδου,και την επίβλεψη του μακαριστού μητροπολίτου Σισανίου και Σιατίστης Αντωνίου, ανήγειρε νέο ευρύχωρο ναό,τα εγκαίνια του οποίου πραγματοποίησε ο μακαριστός μητροπολίτης Αντώνιος.Την ημέρα της μνήμης των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στις 21 Μαΐου, γίνεται μεγάλη πανήγυρις με συρροή λαού από όλη την περιοχή. Οι κάτοικοι του Βογατσικού εκκλησιάζονται και την Πέμπτη της Διακαινησίμου Εβδομάδας.
 

Σήμερα η μονή των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης  είναι γυναικεία και σε αυτήν εγκαταβιώνει η γερόντισσα η αδελφή Φιλοθέη που με την συμπαράσταση των κατοίκων του Βογατσικού,κρατά την μονή ζωντανή,σε μια πολλή κατάσταση. Επίσης έχουν κτιστή καινούρια κτήρια,με της προσφορές των κατοίκων του Βογατσίκου,και έξω από το μοναστήρι,κτίζεται αυτόν τον καιρό και το Αγίασμα του αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης.

 

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΑΣ ΒΥΘΟΥ-ΠΕΝΤΑΛΟΦΟΥ -ΑΥΓΕΡΙΝΟΥ 

Η μονή της Αγίας Τριάδας βρίσκεται σε απόσταση 6-7 χλμ. από το χωριό Βυθός της επαρχίας Βοΐου και σε υψόμετρο 1000 μ. Το μοναστήρι διατηρεί έως σήμερα τη φρουριακή μορφή του στη νότια και ανατολική πλευρά.

Το καθολικό, έργο του πρωτομάστορα Γεωργίου Κούστα από το Ζουπάνι (σημερινός Πεντάλοφος) ανεγέρθηκε στα 1800, σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή στο βόρειο τοίχο. Διατηρεί την αρχική του μορφή μ' ελάχιστες επεμβάσεις στο ανώτερο τμήμα της ανατολικής πλευράς και της αντίστοιχης αψίδας. Είναι κατασκευασμένο με πελεκητές πέτρες (αμμόπετρες) σε ακανόνιστο ισόδομο σύστημα με εξαφάνιση των αρμών. Αρχιτεκτονικά ανήκει στο σύνθετο τετρακιόνιο (αθωνικό) τύπο με τρούλο, πλευρικούς χορούς και τρουλίσκους στη πρόθεση και το διακονικό. Η κάλυψη των γωνιακών ανατολικών διαμερισμάτων γίνεται με θόλους, ενώ των αντίστοιχων προς τη δύση με ημικυλινδρικές καμάρες. Στη δυτική πλευρά η κεραία του σταυρού καλύπτεται με ημισφαιρικό θόλο. 


Στο ιερό, η κεντρική πολυγωνική αψίδα (δεκατρείς πλευρές) προεξέχει εξωτερικά, ενώ οι κόγχες της πρόθεσης και του διακονικού εγγράφονται στο πάχος του ανατολικού τοίχου. Στη βόρεια πλευρά η κόγχη είναι επτάπλευρη με τυφλά αψιδώματα που φέρουν στις απολήξεις ισλαμίζοντα τόξα διπλής καμπυλότητας, ενώ η νότια κόγχη είναι εννιάπλευρη με τυφλά αψιδώματα και συμφυείς κιονίσκους. 

Ο ναός διαθέτει νάρθηκα-γυναικωνίτη, πάνω απ' τον οποίο βρίσκεται το παρεκκλήσι του Αγίου Μόδεστου. Η λίθινη οροφή του παρεκκλησίου, εξαιρετικά επιμελημένη, διαιρείται σε τρία μέρη μέσω δύο τόξων, τα οποία καλύπτονται με ισάριθμους, τυφλούς σφαιρικούς θόλους. 

Το ξυλόγλυπτο, εξαιρετικής τέχνης, επιχρυσωμένο τέμπλο του ναού έχει κατασκευασθεί με την τεχνική του σκαλιστού στον αέρα. 

Όλες οι επιφάνειες του κυρίως ναού και του ιερού καλύπτονται με τοιχογραφίες, οι οποίες φιλοτεχνήθηκαν, σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή στα 1802, επί Μητροπολίτη Νεοφύτου και ηγουμενίας Νεοφύτου από το Χιονιαδίτη αγιογράφο Μιχαήλ. Στον κυρίως ναό, στην πρώτη ζώνη, απεικονίζονται ολόσωμοι άγιοι, στη δεύτερη άγιοι σε στηθάρια, στην τρίτη χριστολογικές σκηνές (Πάθη, Παραβολές) και στην τελευταία ζώνη οι παραστάσεις της Βάπτισης και της Μεταμόρφωσης στο τεταρτοσφαίριο του νότιου και βόρειου χορού αντίστοιχα. Στο ιερό βήμα απεικονίζονται στην αψίδα η Πλατυτέρα και η Κοινωνία των Αποστόλων, ο Μελισμός και οι Ιεράρχες. Τις υπόλοιπες επιφάνειες των τοίχων και των θόλων καλύπτουν διάφορα θέματα από το λειτουργικό, δογματικό και ιστοριολογικό κύκλο.

 

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΓΙΑΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ ΔΟΜΑΒΙΣΤΙΟΥ
 

Η Ιερά Μονή Αγίας  Παρασκευής  Δομαβιστίου που βρίσκεται σκαρφαλωμένη σε υψόμετρο 950 μ. στους πρόποδες του Ασκίου  Όρους  ιδρύθηκε στις αρχές του 14ου αι σύμφωνα με επιγραφή αφιέρωσης  εικόνος που βρέθηκε στην μονή και φέρει τη χρονολογία 1329.
Ο πρώτος ναός πρέπει να καταστράφηκε και στη θέση του κτίστηκε ο δεύτερος που σώζεται μέχρι σήμερα στις αρχές του 1500.  Πρόκειται για το παλαιότερο μοναστήρι της επαρχίας Βοϊου και της Μητροπόλεως Σισανίου και Σιατίστης, στολίδι και καύχημα των χωρίων Ναμάτων και Πελεκάνου.
Οι τοιχογραφίες που σώζονται αριστουργήματα αγιογράφων από το Λιανοτόπι του Γράμμου χρονολογούνται στις αρχές του 1600 καθώς επίσης την ίδια εποχή είναι φιλοτεχνημένο και το ξυλόγλυπτο, επιχρυσωμένο τέμπλο,  έργο ηπειρωτών μαστόρων, παρόμοιο με εκείνο της Αγ. Παρασκευής Σιάτιστας.
Το μοναστήρι κατά τη διάρκεια της ζωής του καταστράφηκε πολλές φορές από τους τούρκους κατακτητές . Αξίζει  να αναφερθεί ότι μόνο από το 1800 μέχρι και το 1840 κάηκε και λεηλατήθηκε 4 φορές , ενώ το 1875 μετά την επιδρομή των τούρκων στρατιωτών του Σεμσή μπέη από τη Νεάπολη και την καταστροφική πυρκαγιά που υπέστη εφονεύθησαν και οι εν αυτώ κατοικούντες  μοναχοί.
Η ιστορία της μονής τελειώνει στις 27 Νοεμβρίου του 1944 όταν τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής αφού για μια φορά ακόμη λεηλάτησαν και πήραν μαζί τους τα εναπομείναντα κειμήλια και μαζί με αυτά και το ανυπολόγιστης αξίας χειρόγραφο Ευαγγέλιο που φυλάσσονταν στη μονή ,  έκαψαν και τα κτίρια που βρίσκονταν πέριξ του ναού , ο οποίος σώθηκε ως εκ θαύματος .
Με ενέργειες του μακαριστού μητροπολίτου κ.κ. Αντωνίου το μοναστήρι επανιδρύθηκε το 2001 με την πολύτιμη βοήθεια και προσφορά του, κ. Μιχαήλ Ν. Γκάνα  από τα Νάματα.


 

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ  ΜΙΚΡΟΚΑΣΤΡΟΥ

Το Μοναστήρι της Παναγίας στο Μικρόκαστρο της Σιάτιστας αποτελεί σήμερα το κέντρο της πνευματικής και κοινωνικής δραστηριότητας της Μητρόπολης Σισανίου και Σιατίστης.


Η ιστορική του αφετηρία ανάγεται στις αρχές του 19ου αιώνα και αρχικά λειτούργησε ως προσκυνηματικός ναός του χωριού. Με την προσθήκη κτισμάτων διαμορφώθηκε σε “ενοριακό” Μοναστήρι, το οποίο στα χρόνια της Τουρκοκρατίας πληρώνει τους δασκάλους στα γύρω χωριά, αποτελεί τόπο προσφυγής των διωκομένων, πτωχών και δυστυχών ανθρώπων και δίνει το παρόν “σε χρήμα, αίμα και πνεύμα” στους εθνικούς αγώνες.

Το Καθολικό της Μονής είναι κατάγραφο από Βυζαντινής τέχνης τοιχογραφίες και σήμερα πλήρως ανακαινισμένο αποτελεί κατανυκτικώτατο χώρο λατρευτικής ζωής, στο οποίο συνέρχονται πιστοί απ᾿ όλη την περιοχή και τις γειτονικές πόλεις.

Από το 1950 και εξής στα κτίσματα της Μονής λειτούργησαν διάφορα φιλανθρωπικά ιδρύματα (Γεωργική Σχολή, Πρεβεντόρειο, Γηροκομείο, Ορφανοτροφείο, Οικοκυρική Σχολή). Όταν όμως εξέλιπαν οι τρόφιμοι των ιδρυμάτων με προεδρικό Διάταγμα του έτους 1993 η Μονή μετατράπηκε από ανδρώα σε γυναικεία και με την ευλογία του μακαριστού Μητροπολίτου κυρού Αντωνίου εμψυχώθηκε από Μοναστική Αδελφότητα, η οποία καθοδηγούμενη υπό του Γέροντος π. Στεφάνου Ρήνου συνέχισε τις ανακαινιστικές εργασίες με την οικονομική συνδρομή της Νομαρχίας Κοζάνης και της Περιφέρειας Δυτ. Μακεδονίας.

Η Αδελφότητα αποτελούμενη από 20 Μοναχές και οργανωμένη Κοινοβιακή ζωή, επιτελεί έργο πνευματικής αναβάθμισης της περιοχής με τις λατρευτικές εκδηλώσεις, τις ποικίλες Εκκλησιαστικές διακονίες και τις επιμελημένες Εκδόσεις της.


Ο πολυτιμότερος πνευματικός θησαυρός της Μονής είναι η Εφέστιος Εικόνα της Παναγίας της Ελεούσης, της οποίας η ιστόρηση αναφέρεται στον 15ο αιώνα και η οποία ανήκει στις θαυματουργικές εικόνες της ορθόδοξης επικράτειας. Ολόκληρη η Δυτ. Μακεδονία ευλαβείται την εικόνα αυτή. Ιδιαίτερα την ημέρα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, την 15ην Αυγούστου, στη Μονή γίνεται η μεγαλοπρεπής πανήγυρις με τις χιλιάδες των προσκυνητών, τις κατανυκτικές Ακολουθίες,  τις λαμπρές τελετές και με το ιδιότυπο έθιμο των Καβαλλάρηδων, που συγκροτούν οι νέοι της Σιάτιστας. Το σπάνιο ή και μοναδικό αυτό έθιμο έχει διπλή σημασία. Θρησκευτική, γιατί περιλαμβάνει την προσκύνηση της Εικόνας της Παναγίας και την οποία οι παρατεταγμένοι ιππείς μοιάζουν να αποτελούν την τιμητική φρουρά της, και εθνική, γιατί μόνο σ᾿ αυτή τη γιορτή δινόταν η ευκαιρία στους υπόδουλους Έλληνες να ζήσουν μία ημέρα ελευθερίας ανεβαίνοντας στα άλογά τους. Διπλό και το μήνυμα στους ορθόδοξους Έλληνες, ότι ακόμη και οι Τούρκοι κατακτητές τιμούσαν την Παναγία, και ότι η δουλεία είναι μέγα δεινό, ενώ η ελευθερία ύψιστο αγαθό.

Ολοκληρώνοντας, ας ευχηθούμε η Κυρία Θεοτόκος που τόσο τιμάται σ᾿ ολόκληρο τον Ορθόδοξο κόσμο και σε τόσες Ιερές Μονές στη Δυτική Μακεδονία να στέλνει αδιάκοπα την ευλογία της στον πιστό λαό μας.



 

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΔΡΥΟΒΟΥΝΟΥ 

Η ίδρυση της μονής ανάγεται στο έτος 1592, σύμφωνα με επιγραφή που υπάρχει εντός του ναού, ενώ η αγιογράφησή του ολοκληρώθηκε το 1652. 

 

Σύμφωνα με προφορικές μαρτυρίες από παλαιότερους, υπήρχε επιγραφή που καταστράφηκε στην οποία ήταν χαραγμένο το 1101 ως έτος ανέγερσης του ναού. Ως γνωστό το μοναστήρι επισκέφτηκε ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, ο οποίος αφού κήρυξε το θείο λόγο, επιδόθηκε στην περιποίηση των μοναχών που ασθενούσαν λόγω επιδημίας. 

 

Αφού έφερε νερό από διπλανή πηγή, ετέλεσε αγιασμό, έδωσε στους μοναχούς να πιούν και εκείνοι θεραπευτήκαν. Έκτοτε το νερό αυτό χαρακτηρίζεται ως αγίασμα και το σημείο από όπου αυτό αναβλύζει έχει διαμορφωθεί ως παρεκκλήσι του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού ώστε να μπορούν να το προσεγγίζουν οι πιστοί και να πίνουν το καθαγιασμένο νερό για ευλογία. 

 

Κατά τις εμπόλεμες περιόδους που διένυσε το Ελληνικό Έθνος, το μοναστήρι ήταν κρησφύγετο των καταδιοκώμενων και γενικά όσων είχαν ανάγκη βοήθειας. Προσέφερε διάφορα αγαθά στον άμαχο ή μάχιμο πληθυσμό, ενώ επιπλέον αποτέλεσε αποθήκη πολεμοφοδίων και ορμητήριο διαφόρων οπλαρχηγών. 

 

Σύμφωνα με προφορικές μαρτυρίες, στη Μονή κατέφυγαν και φιλοξενήθηκαν, ο αδελφός του Ρήγα Φεραίου, Δημήτριος, ο Καπετάν Βάρδας και ο Παύλος Μελάς. Το 1943 το μοναστήρι κάηκε από τους Ιταλούς εισβολείς, μαζί και τα πολύτιμα ιστορικής σημασίας αρχεία του. 

 

Η ανακαίνιση της μονής άρχισε το έτος 1996 με την συμπαράσταση του Μακαριστού πια Σεβασμιώτατου Μητροπολίτη Σισανίου και Σιατίστης, κ. Αντωνίου και με πρωτεργάτη τον πνευματικό μας πατέρα και ηγούμενο της μονής, Αρχιμανδρίτη πατέρα Στέφανο Ρήνο,και με την συνεργασία τόσο των υπόλοιπων πατέρων της μονής αλλά και ευλαβών προσκυνητών και φίλων της μονής που μαζί με τον Γέροντα,ακούραστα έφτιαξαν στο μοναστήρι έργα ζωής.


 

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΓΙΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΕΡΑΤΥΡΑΣ

Η Ιερά Μονή Αγίου Αθανασίου Εράτυρας βρίσκεται 2 χιλ. βόρεια του χωριού της Εράτυρας στους πρόποδες του όρους Aσκίου σε υψόμετρο 1.000 μ.

 

Το μοναστήρι του Αγίου Αθανασίου ανάγεται στη βυζαντινή εποχή. Πιθανότατα κτίσθηκε με δαπάνες των Βυζαντινών βασιλέων, όπως συνηθίζονταν την εποχή αυτή. Χτίστηκε πιθανότατα πριν το 1600, ενώ μετά το 1700 άρχισε η περίοδος της μεγάλης ακμής του. Η μονή κατά καιρούς έχει υποστεί πολλές καταστροφές από πυρκαγιές και επιδρομές. Είχε μεγάλη βιβλιοθήκη με πολλά χειρόγραφα, κάποια εκ των οποίων βρίσκονται σήμερα στην Εθνική βιβλιοθήκη. Το γεγονός αυτό αποδεικνύει ότι οι μοναχοί ήταν ιδιαίτερα μορφωμένοι. Ασχολούνταν με τη ζωγραφική τοιχογραφιών και φορητών εικόνων, χωρίς όμως να διασώζεται κάπου κάποια υπογραφή.
 
Η μονή ήταν ιδιαίτερα πλούσια, αφού υπάρχουν αναφορές ότι η μονή είχε αμπέλια, ζώα, λιβάδια, αχυρώνες, μελίσσια. Μετά από την καταστροφή του 1794 το μοναστήρι ανοικοδομήθηκε το 1797. Τότε χτίστηκε και η περίφημη «κούλια», κτίριο με χοντρούς ψηλούς τοίχους και πολεμίστρες, που χρησίμευε σε δύσκολες περιόδους ως καταφύγιο των κατοίκων. Στο βόρειο μέρος της μονής υπήρχαν δωμάτια που χρησιμοποιούνταν για κάποιο διάστημα ως κατάλυμα καλόγερων της μονής. Στη νότια μεριά υπήρχε στα τέλη του 18ου αιώνα και τρίτη κούλια η οποία, όπως και τμήμα του ναού, καταστράφηκε σε πυρκαγιά. 

 

Ο ναός τοιχογραφήθηκε μόνο σε κάποια μικρά τμήματα, λόγω έλλειψης οικονομικών πόρων και αγιογράφων μοναχών στην περιοχή, μετά από 30 χρόνια. Μπορεί ο ναός να μην τοιχογραφήθηκε αλλά έχει αξιόλογα ξυλόγλυπτα. Το τέμπλο εκτείνεται σε όλο το πλάτος και το ύψος του ναού και έχει τη συνήθη τριμερή διάταξη. Επίσης αναφέρεται ότι στην μονή βρίσκεται και μία πόρτα από μία εκκλησία στο Παλαιοχώρι που καταστράφηκε.