«Ο Χίτλερ δεν ήθελε να εξοντώσει τους Εβραίους εκείνη την εποχή, ήθελε να τους απελάσει. Και ο Χάτζι Μοχάμεντ Αμίν Αλ-Χουσεϊνί πήγε στον Χίτλερ και του είπε: “Αν τους απελάσεις θα έρθουν εδώ”. “Και τι πρέπει να κάνω μαζί τους;”, ρώτησε ο Χίτλερ. Εκείνος του απάντησε “να τους κάψεις”», είπε ο Νετανιάχου εξηγώντας ότι οι δύο άνδρες είχαν συναντηθεί τον Νοέμβριο του 1941, προκαλώντας αντιδράσεις εντός και εκτός Ισραήλ.
Πολλοί είναι οι ιστορικοί που έκαναν λόγο για σοβαρό λάθος, ενώ ο επικεφαλής της ισραηλινής αντιπολίτευσης, Ισαάκ Χερτζόγκ έκανε λόγο για «επικίνδυνη παραποίηση της ιστορίας» απαιτώντας από τον πρωθυπουργό να επανορθώσει.

Ο Νετανιάχου μειώνει τον ναζισμό και τον ρόλο που έπαιξε αυτός ο απαίσιος τύραννος, Αδόλφος Χίτλερ, σε αυτή την τρομερή τραγωδία που έπληξε τον λαό μας στο Ολοκαύτωμα. Τα σχόλια του πρωθυπουργού είναι παιχνίδι στα χέρια των αρνητών του Ολοκαυτώματος», δήλωσε ο Χερτζόγκ.

Στην πραγματικότητα οι μαζικές εκτελέσεις Εβραίων από τους άνδρες των SS είχαν ήδη ξεκινήσει πολύ πριν τη συνάντηση των δύο ανδρών. 

Άλλωστε, το πρώτο κύμα σημειώθηκε τον Ιούλιο του 1941, ενώ τον Σεπτέμβριο, πριν τη συνάντηση Χίτλερ-Χουσεϊνί, τα τάγματα θανάτου εκτέλεσαν περισσότερους από 34.000 Εβραίους στη σφαγή του Μπάμπι Γιαρ βόρεια του Κιέβου.

Ο Βενιαμίν Νετανιάχου φέρεται να έχει έναν από τους υψηλότερους δείκτες νοημοσύνης, καθώς το διανοητικό του πηλίκο εμφανίζει την ιλιγγιώδη τιμή του 180, με τον μέσο όρο να κυμαίνεται πλησίον του 100, σημείωνε σε παλαιότερο άρθρο του στο 'Κουρδιστό Πορτοκάλι" ο Χρίστος Λιάπης.

Τι ήταν αυτό που ώθησε τον πρωθυπουργό του Ισραήλ να αθωώσει τον Χίτλερ και να δηλητηριάσει ακόμη περισσότερο τις σχέσεις του με τους Παλαιστινίους και το μουσουλμανικό τόξο. 

Τι διαβλέπει ο εφυής Ισραηλινός;  Πως είναι δυνατόν ο σημερινός πρωθυπουργός του Ισραήλ να επιχειρεί με τέτοιο άκομψο τρόπο να ενισχύσει περαιτέρω τους δεσμούς του με την Γερμανία αθωώνοντας ακόμη και τον Χίτλερ για το ολοκαύτωμα εκατομμυρίων Εβραίων εάν δεν οσμίζεται κάτι φοβερό να πλησίαζει; Τι άλλο θα μπορούσε να είναι αυτό εκτός από την απειλή του Ισλάμ;


Ακόμη είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι μετά το Ολοκαύτωμα Γερμανία και Ισραήλ διατηρούν διπλωματικές σχέσεις. 

Από τη μία είναι φυσιολογικό, από την άλλη όχι εκτιμά ο αρχισυντάκτης της DW Αλεξάντερ Κουντάσεφ.



Πριν από 50 χρόνια τέθηκαν οι βάσεις των διπλωματικών σχέσεων Γερμανίας- Ισραήλ. 

Δεν είχαν καν περάσει 20 χρόνια από το τέλος του Β´ Παγκοσμίου Πολέμου και το θρίαμβο των συμμαχικών δυνάμεων επί του Tρίτου Ράιχ και του Χίτλερ. Δεν είχαν καν περάσει 20 χρόνια από το τέλος του Ολοκαυτώματος, κατά το οποίο 6 εκατομμύρια Εβραίοι της Ευρώπης έπεσαν μοιραία θύματα μιας καλοστημένης βιομηχανίας θανάτου: διαλογή, εκτοπισμός, εκτέλεση στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και θανάτωση στους θαλάμους αερίου. 

Παρά το γεγονός ότι ήδη από το 1952 υπεγράφη μεταξύ Ισραήλ και Γερμανίας η Συμφωνία του Λουξεμβούργου για τις γερμανικές επανορθώσεις στο Ισραήλ, ήταν ακόμη πολύ νωρίς για να πιστέψει κανείς ότι οι διμερείς σχέσεις μπορούσαν να έχουν διάρκεια. 

Χαρακτηριστικές ήταν οι μαζικές διαμαρτυρίες στο Ισραήλ κατά των γερμανοϊσραηλινών σχέσεων, κάτι που τότε ήταν απόλυτα κατανοητό τόσο σε ανθρώπινο όσο και πολιτικό επίπεδο.

O αρχισυντάκτης της Deutsche Welle Aλεξάντερ Κουντάσεφ O αρχισυντάκτης της Deutsche Welle Aλεξάντερ Κουντάσεφ


Σήμερα, 50 χρόνια μετά, μπορεί κανείς να μιλήσει για ένα «πολιτικό θαύμα». 50 χρόνια μετά Γερμανία και Ισραήλ βρίσκονται κοντά, πολύ κοντά. Χιλιάδες νέοι Ισραηλινοί έρχονται στη Γερμανία, είτε για μόνιμη εγκατάσταση είτε για διακοπές. Περίπου 200.000 Ισραηλινοί έχουν διπλή υπηκοότητα, γερμανική και ισραηλινή. 

Η Γερμανία, χώρα του Ολοκαυτώματος, είναι ο πιο δημοφιλείς προορισμός στο Ισραήλ μετά τις ΗΠΑ. 

Η Γερμανία είναι επίσης η χώρα της ΕΕ, στην οποία μπορεί να στηρίζεται το Ισραήλ περισσότερο από κάθε άλλη.

Ακόμη και όταν προκύπτουν διαφωνίες για την πολιτική του Ισραήλ έναντι των Παλαιστινίων, ακόμη κι όταν σημειώνονται τριγμοί, για παράδειγμα από την αντίθεση του πρωθυπουργού Νετανιάχου στη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους, όπως υποστήριξε πρόσφατα σε προεκλογική εκδήλωση, η ασφάλεια του Ισραήλ αποτελεί συστατικό στοιχείο της γερμανικής πολιτικής, όπως άλλωστε είχε διαμηνύσει και η καγκελάριος Μέρκελ το 2008 ενώπιον της Κνεσέτ – χωρίς να συναντήσει έντονη αντίδραση στο εσωτερικό της Γερμανίας. 

Η Γερμανία είναι συνήθως η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που στέκεται στο πλευρό του Ισραήλ, γεγονός που είναι λυπηρό αν λάβει κανείς υπόψη του ότι περιβάλλεται από τόσες πολλές εχθρικές χώρες. 

Από την άλλη πλευρά είναι πράγματι παράδοξο η χώρα που προκάλεσε το Ολοκαύτωμα να είναι σήμερα ο μεγαλύτερος σύμμαχος του Ισραήλ.

Στο μεταξύ, με την πάροδο των ετών αυτό που σίγουρα εκπλήσσει είναι η αδιατάραχτη ομαλότητα των γερμανοϊσραηλινών διπλωματικών σχέσεων, παρά την τραγικότητα του παρελθόντος. Αμφότερες πλευρές φέρουν ακόμη το ιστορικό τραύμα. 

Ο αφανισμός ενός μεγάλου μέρους των Εβραίων της Ευρώπης από το Τρίτο Ράιχ ανήκει στα τρωτά σημεία αυτής της σχέσης, αλλά συγχρόνως αποτελεί και ίδιον της ιστορικής ταυτότητας και των δύο χωρών. 

Ωστόσο, μολονότι οι Ισραηλινοί βλέπουν με συμπάθεια τη Γερμανία, δεν συμβαίνει το ίδιο τα τελευταία χρόνια και στη γερμανική κοινή γνώμη, εξαιτίας κυρίως της αραβοϊσραηλινής διένεξης.

Ένας μεγάλος, μη αναμενόμενος αριθμός γερμανών πολιτών, βλέπουν σήμερα τους Παλαιστίνιους ως θύματα της ισραηλινής πολιτικής. 

Και σε αυτό ακριβώς το σημείο οι σχέσεις Γερμανίας και Ισραήλ εισέρχονται σε μία ευαίσθητη φάση. 

Την ίδια ώρα όμως, κι ενώ πολλοί Εβραίοι της Γαλλίας δεν αισθάνονται ασφαλείς στη χώρα, δεν ισχύει το ίδιο και για τους Εβραίους της Γερμανία, όπου μέσα στην τελευταία εικοσαετία ο αριθμός των εβραϊκών κοινοτήτων έχει διπλασιαστεί. 

Αυτό είναι εν τέλει και το δεύτερο, μεγαλύτερο «θαύμα» των γερμανοϊσραηλινών σχέσεων. 
Οι Εβραίοι 70 χρόνια το Ολοκαύτωμα θέλουν και πάλι να ζήσουν στη Γερμανία.